Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι που γκρινιάζουν… Δεν μου αρέσουν
οι άνθρωποι που μονίμως είναι μουτρωμένοι, που τους ρωτάς ‘πώς είναι’ και σου
απαντάνε ‘χάλια’. Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι που συνέχεια κατηγορούν τους άλλους
για τα δικά τους λάθη, που γκρινιάζουν γιατί δεν έχουν να πληρώσουν το φροντιστήριο
του παιδιού τους αλλά έχουν φροντίσει ωστόσο να κυκλοφορούν με Porche Cayenne. Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι
που δεν πληρώνουν τα κοινόχρηστα της πολυκατοικίας τους όμως βρίσκουν πάντα χρήματα
για να κάνουν πολυήμερα πολυτελή ταξίδια στο εξωτερικό…
Σήμερα ωστόσο, έχω σηκωθεί με μια μεγάλη διάθεση για γκρίνια…
Όλοι και όλα μου φταίνε… Δηλαδή, για να είμαι ειλικρινής, αυτό συμβαίνει όλο
και περισσότερο τελευταία… κι όπως καταλαβαίνετε, νευριάζω και με μένα την ίδια…
γκρινιάζω στον εαυτό μου γιατί γκρινιάζει… γιατί δεν θέλω να βλέπω τα πράγματα
μαύρα… γιατί δεν θέλω να βλέπω τα πράγματα άσπρα… θέλω να τα βλέπω πορτοκαλί,
λαχανί, ροζ, γαλάζια….
Όσο όμως κι αν προσπαθώ, ανακαλύπτω δυστυχώς ότι η ‘χρωματική
μου παλέτα’ συνεχώς συρρικνώνεται… τελειώνουν τα σωληνάρια της ψυχής μου και μένει
όλο και περισσότερος χώρος για τα κρύα και ψυχρά χρώματα…
Δεν μπορώ να μην αγανακτήσω, δεν μπορώ να μην οργιστώ, δεν
μπορώ εν τέλει να μην θλίβομαι… γιατί δουλεύω αποδεδειγμένα από τα δεκαοχτώ μου
σερί κι αισίως έχω φτάσει τα σαρανταδύο… γιατί δεν έχω καταφέρει ποτέ να κρύψω
μία ‘δεκάρα’ από το Δημόσιο κι όλα αυτά τα χρόνια ήμουν συνεπής στις οικονομικές
μου υποχρεώσεις απέναντι του… γιατί απέφυγα σαν το διάολο το λιβάνι να πάρω
διακοποδάνειο, εορτοδάνειο και όλα εις –δάνειο, κυκλοφορούσα για χρόνια μόνο με
λεωφορείο και ψώνιζα – ξόδευα μόνο όταν ήξερα ότι είχα τα χρήματα που χρειαζόταν
στην τσέπη…
Και ξαφνικά, η πατρίδα μου, γι’αυτήν που υπηρέτησε ο γιος
μου όλη του τη θητεία στα σύνορα, με θεωρεί ‘κλέφτρα’ και ‘απατεώνισσα’. Εγώ πιστεύω
ότι με θεωρεί ‘ηλίθια’ αλλά δεν μου το λέει. Κόβει αβέρτα μισθούς και συντάξεις,
στραγγαλίζει τους λιγοστούς εναπομείναντες ελεύθερους επαγγελματίες και εξαντλεί
όλη της φαντασία στο πως θα βάλει κι άλλους, κι άλλους κι άλλους φόρους… Ακούσαμε
μέχρι και για κεφαλικό φόρο!!!. Η φαντασία και του πιο ευφάνταστου συγγραφέα ωχριά
μπροστά στη δική τους φαντασία…
Κι αυτό που με εξοργίζει περισσότερο είναι ότι με κάνουν να
αισθάνομαι ένοχη, ότι εγώ φταίω που φτάσαμε εδώ, ότι εγώ πρέπει να πληρώσω τα
σπασμένα… με υποχρεώνουν να ζήσω μέσα στο φόβο και στην ανασφάλεια… με κάνουν
να αισθανθώ όλες τις τραυματικές συνέπειες ενώ βιασμού. Γιατί τι είναι αν δεν είναι
βιασμός καθημερινός της ψυχής και του σώματος μας όλα αυτά που βιώνουμε κι ακούμε
καθημερινά;;;
Όμως εγώ, αρνούμαι να πέσω στην παγίδα τους… Γκρίνιαξα για λίγο,
τα είπα και τα έβγαλα από μέσα μου και τώρα πάω να βουτήξω την ψυχή μου στα πιο
όμορφα και γαλήνια χρώματα… στα χρώματα μιας νόστιμης μακαρονάδας κι ενός κρασιού
παρέα με λίγους και καλούς φίλους… στα χρώματα ενός αυτοσχέδιου χορού… στα χρώματα
ενός παράφωνου ομαδικού τραγουδιού… στα χρώματα ενός ‘κακαριστού’ γέλιου… γιατί
όχι δεν θα αφήσω κανέναν να βάψει την ψυχή
μου μαύρη….